Τυροκόμος

Κομβική για τα ελληνικά τυριά η διεθνοποιημένη αγορά των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων

Μάλιστα, η εξαιρετική πορεία των ελληνικών εξαγωγών τυριού στα ΗΑΕ και κυρίως της φέτας τα τελευταία χρόνια, προμηνύει ευνοϊκές προοπτικές για την ανάπτυξή τους στην εμιρατινή διεθνοποιημένη αγορά όπως αναφέρει εκτενής έκθεση για την αγορά τυροκομικών προϊόντων στα ΗΑΕ του γραφείου Οικονομικών & Εμπορικών Υποθέσεων (Ντουμπάι) της Ελληνικής Πρεσβείας στο Αμπου Ντάμπι. Προκειμένου, δε η ελληνική τυροκομική επιχείρηση να αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην άκρως ανταγωνιστική εμιρατινή αγορά τυριού, θα πρέπει σύμφωνα με την έκθεση, να προβάλλει τη μοναδικότητα της ελληνικής παραγωγής στον κλάδο του τυριού, αναγνωρίζοντας και μελετώντας συνεχώς τις καταναλωτικές τάσεις, που αναδεικνύουν τις αναδυόμενες ευκαιρίες στην αγορά. Επίσης, η ενισχυμένη τάση για υγεία και ευεξία που τροφοδοτεί τη ζήτηση για φυτικά (vegan), λιγότερο επεξεργασμένα ή βιολογικά τυριά ευνοεί τις εισαγωγές ελληνικών τυριών, των οποίων η ελληνική προέλευση είναι συνυφασμένη με φυσικά συστατικά του μεσογειακού ελληνικού τοπίου.

Να σημειωθεί ότι τα ΗΑΕ θεωρούνται κόμβος για τις αγορές της γύρω περιοχής, παρότι δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλη σε μέγεθος (πληθυσμός: 10.000.000). Η κατανάλωση τυροκομικών στα ΗΑΕ κατατάσσεται στην 4η θέση σε αξία μεταξύ των γαλακτοκομικών προϊόντων (περίπου 13%), μετά το γάλα (35%), το γιαούρτι (25%), το βούτυρο (20%), ενώ ακολουθούν τα επιδόρπια γαλακτοκομικών και λοιπά γαλακτοκομικά. Σημειωτέον, η κατηγορία των μαλακών τυριών, με πρωταγωνιστή το χαλούμι (και τρίτη τη φέτα) έχει την πρωτοκαθεδρία στις προτιμήσεις των καταναλωτών καθώς συνδέεται με την αραβική κουλτούρα, ενώ τα σκληρά τυριά, κυρίως τα μη συσκευασμένα, αρχίζουν να αποκτούν δημοτικότητα.

Όσον αφορά το διεθνές εμπόριο, παρά τις προσπάθειες της εγχώριας παραγωγής, τα ΗΑΕ παραμένουν καθαρός εισαγωγέας τυροκομικών, με το εμπορικό ισοζύγιο να παραμένει σταθερά ελλειμματικό πέριξ των $300 εκ. ετησίως, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 5 ετών.

Σημαντικότερος προμηθευτής τυροκομικών των ΗΑΕ είναι η Σ. Αραβία, ενώ η Ελλάδα κατέχει την 24η θέση μεταξύ των κορυφαίων προμηθευτών. Οι ελληνικές εξαγωγές παρουσιάζουν ανοδική τάση κατά την τελευταία πενταετία με την αξία τους να ανέρχεται στα $2,6 εκ. για το 2021, αυξημένες κατά 38% σε σχέση με το 2021 και κατά 92% σε σχέση με το 2017. Η μεγάλη αυτή άνοδος, που οφείλεται κυρίως στο άνοιγμα πολυάριθμων ελληνικών εστιατορίων, αποδεικνύει τις δυνατότητες μεγαλύτερης διείσδυσης των ελληνικών τυριών στην εμιρατινή αγορά, κυρίως της φέτας, λόγω του ενδιαφέροντος των καταναλωτών για μαλακά λευκά τυριά.

Σύμφωνα με την έκθεση θα πρέπει εκ μέρους της Ελλάδας να  ληφθεί υπόψη:

  • Η αυξανόμενη προτίμηση του κοινού στα ΗΑΕ για ηλεκτρονικές αγορές αναμένεται να ενισχύσει τις πωλήσεις ελληνικών τυριών στα ΗΑΕ. Τα ηλεκτρονικά καταστήματα παρέχουν την ευκαιρία μεγαλύτερης πληροφόρησης για τα προϊόντα καθώς και επιλογών, ενώ δίνουν τη δυνατότητα εφαρμογής επαναλαμβανόμενων αγορών.
  • Η αυξανόμενη κατανάλωση τυροκομικών, τροφοδοτούμενη από τις καταναλωτικές τάσεις και την αύξηση του πληθυσμού στα ΗΑΕ, καθώς και η διεθνοποίηση της κουζίνας των Εμιράτων οδηγούν σε ευρύτερη επιλογή τυροκομικών προϊόντων.
  • Το εντεινόμενο ενδιαφέρον των καταναλωτών στα ΗΑΕ για σκληρά τυριά, καθώς και το προϋπάρχον ενδιαφέρον για μαλακά, κυρίως για τη φέτα, αφήνει περιθώρια μεγαλύτερης διείσδυσης όλης της ελληνικής γκάμας τυριών. Προς αυτήν την κατεύθυνση, θα πρέπει να προβληθεί η διαφοροποίηση της ελληνικής φέτας από το τυρί σαλάτας (salad cheese) ή φέτα ελληνικού προφίλ (greek-style feta), καθώς και από την ιδιαίτερα δημοφιλή Saudi feta, κυρίως ως προς την ποιότητα των θρεπτικών συστατικών της, αλλά και το άρωμα και τη γεύση.
  • Αναπόσπαστο κομμάτι της στρατηγικής της ελληνικής επιχείρησης θα πρέπει να είναι η οικοδόμηση της σχέσης του προϊόντος με την επωνυμία, μέσω της εκπαίδευσης των πελατών για τον παραδοσιακό τρόπο παραγωγής των ελληνικών τοπικών ποικιλιών. Οι ελληνικές εταιρείες τυριού πρέπει να επενδύσουν περισσότερο στην εστίαση στον πελάτη και στην προώθηση των προϊόντων τους μέσω του βιωματικού μάρκετινγκ (experential marketing). Το μάρκετινγκ μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο στην αναγνωρισιμότητα των τυροκομικών του brand name Ελλάδα, η οποία θα προσδώσει συνέπεια και συνέχεια στις ελληνικές εξαγωγές.
  • Ο προγραμματισμός και η υλοποίηση ενός δυναμικού πολυετούς σχεδίου προώθησης των ελληνικών τυριών που θα στηρίζεται στο συντονισμό κράτους, φορέων, επιχειρήσεων, με την παράλληλη αξιοποίηση κοινοτικών προγραμμάτων κρίνεται απαραίτητος. Το σχέδιο αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει εκδηλώσεις γευσιγνωσίας σε εστιατόρια ή άλλους χώρους εστίασης, σεμινάρια μαγειρέματος συνταγών με τα ελληνικά τυριά, γευστικές δοκιμές σε σημεία πώλησης των ελληνικών τυριών, καθώς και εκδηλώσεις «Meet the Maker».
  • Επίσης, η συμμετοχή σε εκθέσεις τροφίμων των ελληνικών επιχειρήσεων κρίνεται απαραίτητη για την προβολή των προϊόντων τους αλλά και για τη μελέτη της αγοράς και τη γνωριμία με επιτόπιους εισαγωγείς, οι οποίοι προτιμούν τις απευθείας γνωριμίες. Σημαντικός στην προβολή της ελληνικής ετικέτας κρίνεται και ο συντονισμός και η συνεργασία με την ευμεγέθη ελληνική κοινότητα στα ΗΑΕ, κυρίως στο Εμιράτο του Dubai. Επιπλέον, η ύπαρξη πολλών ελληνικών εστιατορίων προσθέτει ένα ακόμα σημαντικό όπλο στη φαρέτρα των ελλήνων εξαγωγέων.
  • Οι ελληνικές τυροκομικές επιχειρήσεις προκειμένου να αναπτύξουν την εξαγωγική τους δραστηριότητα στα ΗΑΕ θα πρέπει να προσφέρουν ένα μοναδικό, θελκτικό, αναγνωρίσιμο και φιλικό προς το περιβάλλον προϊόν στους καταναλωτές, προβάλλοντας την υψηλή ποιότητα, την ασφάλεια, την αυθεντικότητα και την προέλευση των ελληνικών τυριών με το brand name Ελλάδα.

Χωρίς προστασία η Φέτα

Ιδίως για τη φέτα, υπογραμμίζεται ότι δεν υφίσταται συμφωνία ΕΕ-ΗΑΕ για την προστασία των ευρωπαϊκών Γεωγραφικών Ενδείξεων στα ΗΑΕ, με συνέπεια να κυκλοφορούν προϊόντα με την επωνυμία «φέτα» μη ελληνικής προέλευσης, κυρίως από χώρες της Μέσης Ανατολής όπως τα ΗΑΕ (Chtoora, Pinar), τη Σαουδική Αραβία (Al Marai, Three Cows/Arla), το Μπαχρέιν (Puck/Arla) και την Αίγυπτο (Domty), ενώ παρουσία έχει και η εταιρεία Lemnos από την Αυστραλία. Το μοναδικό προϊόν προέλευσης ΕΕ που αναφέρει ρητά την ονομασία «feta» στην ετικέτα του είναι το Valbreso Feta της γαλλικής εταιρείας President, η οποία έχει κατοχυρώσει το εμπορικό σήμα και στο Γραφείο Εμπορικών Σημάτων των ΗΑΕ.

Το Γραφείο ΟΕΥ είχε εγείρει προς την εδώ Αντιπροσωπεία ΕΕ το 2017 ζήτημα κυκλοφορίας λευκού τυριού προέλευσης Δανίας με την επωνυμία «φέτα» από την εταιρεία Arla (Brand: Three Cows). Εδώ Αντιπροσωπεία ΕΕ είχε ενστερνιστεί επιχειρηματολογία Γραφείου και είχε αποστείλει σχετικό φάκελο τεκμηρίωσης στις αρμόδιες υπηρεσίες της ΕΕ. Πλέον, εταιρεία Arla κυκλοφορεί συγκεκριμένο προϊόν ως παραγόμενο στη μονάδα της στη Σαουδική Αραβία.

ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΤΥΡΟΚΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ ΣΤΑ ΗΑΕ

 Θέση Ελλάδας ως εμπορικός εταίρος των ΗΑΕ

Όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, η Ελλάδα κατέχει την 24η θέση μεταξύ των σημαντικότερων προμηθευτών τυροκομικών προϊόντων των ΗΑΕ. Οι ελληνικές εξαγωγές παρουσιάζουν ανοδική τάση κατά την τελευταία πενταετία με την αξία τους να ανέρχεται στα $2,6 εκ. για το 2021, αυξημένες κατά 38% σε σχέση με το 2021 και κατά 92% σε σχέση με το 2017.

Ελληνικές εξαγωγές τυροκομικών στα ΗΑΕ

Βάσει των εμιρατινών στατιστικών στοιχείων, οι ελληνικές εξαγωγές τυροκομικών αυξήθηκαν το 2021 σε 419 τόνους, με την αξία τους στα $2,6 εκ. Βάσει των ελληνικών στατιστικών στοιχείων, οι εξαγωγές ανήλθαν το 2021 σε 1,67 εκ. Ευρώ. Οι εξαγωγές φέτας αντιπροσωπεύουν το 75% του συνόλου, με το υπόλοιπο 25% να κατανέμεται στα υπόλοιπα είδη τυριών.

Οι αυξημένες εξαγωγές ελληνικών τυροκομικών προϊόντων σχετίζονται κυρίως με την αύξηση των ελληνικών εστιατορίων στα ΗΑΕ, χάρις στη δημοφιλία της ελληνικής κουζίνας μεταξύ του τοπικού πληθυσμού. Πέρα από τη χρήση της φέτας στην κλασική «ελληνική σαλάτα», πολλά εστιατόρια χρησιμοποιούν τυριά όπως το μαστέλο ή το κασέρι για παραδοσιακές ελληνικές συνταγές. Επίσης, η φέτα αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της γκάμας τυροκομικών που προσφέρουν τα σουπερμάρκετ, ενώ σε delicatessen καταστήματα ο καταναλωτής μπορεί να δοκιμάσει και ιδιαίτερα τυροκομικά προϊόντα της Ελλάδας (όπως η ξυνομυζήθρα), σε μάλλον υπερβολικά υψηλές τιμές.

Εισαγωγείς – Παρουσία ελληνικών τυροκομικών στα ΗΑΕ

Αναφορικά με τους εισαγωγείς ελληνικών τυροκομικών, τα σουπερμάρκετ συνεργάζονται συνήθως με περισσότερους από έναν προμηθευτή, με συνηθέστερη την παρουσία και ενός εισαγωγέα. Πέραν των σουπερμάρκετ και των υπεραγορών που διατηρούν τη μερίδα του λέοντος, δραστηριοποιούνται πολλοί εισαγωγείς που διαθέτουν κανάλια διανομής είτε σε καταστήματα λιανικής πώλησης, είτε στον τομέα μαζικής εστίασης, είτε πωλούν απευθείας το προϊόν μέσω διαδικτύου.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΜΙΡΑΤΙΝΗ ΑΓΟΡΑ ΤΥΡΟΚΟΜΙΚΩΝ

Παράγοντες που επηρεάζουν την προσφορά

Επί του παρόντος, η εγχώρια ζήτηση καλύπτεται κυρίως από τις εισαγωγές. Ο βαθμός εκμετάλλευσης των ευκαιριών που θα αναδειχθούν για τους ντόπιους παραγωγούς τυριού για αύξηση της εγχώριας παραγωγής θα εξαρτηθεί από:

❖ Την εποχικότητα της παραγωγής, κλιματολογικές συνθήκες καθώς και την κατάσταση της υγείας των γαλακτοφόρων ζώων

❖ Την παραγόμενη ποσότητα και τις ευμετάβλητες τιμές του γάλακτος και των υπόλοιπων εισροών που ασκούν σημαντική επίδραση στο κόστος παραγωγής.

❖ Την αύξηση της παραγωγικότητας με χρήση βελτιωμένης τεχνολογίας για ελαχιστοποίηση του κόστους

❖ Το ύψος των επιδοτήσεων και τις οικονομικές πολιτικές ενίσχυσης που θα ισχύσουν στα ΗΑΕ για την αγροτική παραγωγή, η Κυβέρνηση των οποίων έχει θέσει ως προτεραιότητα τη διεύρυνση της εγχώριας παραγωγικής βάσης

❖ Τη διεύρυνση της σειράς τυροκομικών ιδιωτικής ετικέτας με τοπικά παραγόμενες ποικιλίες, που παραδοσιακά προσφέρονται σε χαμηλότερη τιμή από τα επώνυμα τυριά.

Παράγοντες που επηρεάζουν τη ζήτηση

Σε ό,τι αφορά τους παράγοντες που επηρεάζουν τη ζήτηση, θα μπορούσαν να αναφερθούν οι κάτωθι, έχοντας υπόψιν τις πληθυσμιακές ομάδες των εύπορων γηγενών και Δυτικοευρωπαίων, καθώς και του χαμηλά αμοιβόμενου εργατικού δυναμικού από τη γύρω περιοχή:

❖ Το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών, που αποτελεί τον πρωταρχικό παράγοντα ζήτησης κάθε προϊόντος

❖ Η τιμή των τυροκομικών προϊόντων, που δίνουν προτεραιότητα οι αγοραστές, καθώς υπάρχει έντονος ανταγωνισμός τιμών από ξένους ανταγωνιστές

❖ Οι καταναλωτικές τάσεις, που αναδεικνύουν τα περιθώρια για περαιτέρω ανάπτυξη της ζήτησης. Κυρίαρχη είναι η τάση για υγεία και ευεξία καθώς και για πρακτικά και υγιεινά σνακ, λόγω κυρίως του πολυάσχολου τρόπου ζωής. Οι φυτικές επιλογές τυροκομικών ανοίγουν νέες προοπτικές για τις εταιρείες.

❖ Ο τρόπος προώθησης των προϊόντων μέσω των κοινωνικών μέσων δικτύωσης αλλά και μέσω του εμπειρικού μάρκετινγκ, που αποσκοπεί στη δημιουργία ισχυρών δεσμών των καταναλωτών με την επωνυμία.

❖ Οι δεσμοί των καταναλωτικών ομάδων με τις εθνικές τους κουζίνες και παραδόσεις, αλλά και η διεθνοποίηση της εμιρατινής κουζίνας, αυξάνοντας τη δημοτικότητα και για το σκληρό τυρί.

❖ Η αύξηση του πληθυσμού.

❖ Η ανάπτυξη των ηλεκτρονικών πωλήσεων μέσω των εφαρμογών του e-commerce. Συμπερασματικά, οι προοπτικές του κλάδου προοιωνίζονται θετικές, καθώς το τυρί θεωρείται ένα αναπόσπαστο κομμάτι του φαγητού στα ΗΑΕ, ένα προϊόν staple, ενώ πλέον προσφέρεται ευρέως σε όλα τα μενού των καταστημάτων εστίασης.

Δείτε εδώ την έκθεση για την Εμιρατινή Αγορά Τυροκομικών