Στόχος είναι µέσα από την παρασκευή τυροκοµικών προϊόντων υψηλής προστιθέµενης αξίας, να αποκτήσει αυτό το γάλα την υπεραξία που του ταιριάζει, βάσει της ποιοτικής του υπεροχής, αποζηµιώνοντας και τον παραγωγό, µπας κι αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον για τον παραδοσιακό αυτό τρόπο άσκησης της αιγοπροβατοτροφίας, και µετριαστεί, έστω, η φθίνουσα πορεία που ακολουθεί τα τελευταία χρόνια.
«Θα µπορούσε να είναι ένα κίτρινο τυρί, µια φέτα, ένα γαλοτύρι ακόµη και το κασκαβάλ, µε πρώτη ύλη από µετακινούµενα κοπάδια. Μιλάµε για τυριά που έφτιαχναν και οι πρόγονοί µας στα βουνά. Όλα αυτά µας ενδιαφέρουν. Θα είναι προϊόντα top ποιότητας, µε όλα τα αρώµατα της φύσης, µε όλα τα βότανα που τρώνε τα ζώα εκεί πάνω», µας εξηγεί ο Γιάννης ∆εκόλης, πρόεδρος της Ένωσης Μετακινούµενων Κτηνοτρόφων.
Από τα στοιχεία που µας έδωσε, µάλιστα, προκύπτει ότι στην ευρύτερη περιοχή, που εκτείνεται από τα Θεοδώριανα Άρτας, στην Ήπειρο, µέχρι και το Γράµµο στη ∆υτική Μακεδονία, υπολογίζεται ότι τα καλοκαίρια διαβιούν πάνω στα βουνά γύρω στα 80 κοπάδια, µε µετακινούµενα αιγοπρόβατα, τα οποία παράγουν, σε διάστηµα σχεδόν 70-80 ηµερών, γύρω στους 250 τόνους, από αυτό το ξεχωριστό αιγοπρόβειο γάλα.
«Σήµερα, δυστυχώς, η συντριπτική πλειονότητα αυτής της εξαιρετικής πρώτης ύλης πάει χαµένη, µε την έννοια ότι πέφτει στην ίδια δεξαµενή µε το κοινό γάλα των εντατικών εκτροφών και φυσικά πληρώνεται στον παραγωγό µε την τιµή του συµβατικού γάλακτος. Αν όµως µπορούσε µε έναν τρόπο να το δώσει, για παράδειγµα, µε µισό ευρώ παραπάνω, θα είχε κι ένα κίνητρο να ανέβει και να µείνει στο βουνό, συνεχίζοντας την παράδοση αιώνων», σηµειώνει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Ένωσης Μετακινούµενων Κτηνοτρόφων.
Στην κατεύθυνση αυτή, όπως µας αποκάλυψε, πέρα από την προοπτική κάποιοι µετακινούµενοι να κάνουν το δικό τους τυρί και να το πουλάνε, η Ένωση έχει ανοίξει και έναν κύκλο επαφών µε τυροκοµείο από την περιοχή της Θεσσαλίας, διερευνώντας την πιθανότητα συνεργασίας.
«Έχω κάνει µια κουβέντα µε µια εταιρεία από τη Θεσσαλία να µαζέψει αυτό το ποιοτικό γάλα και να το αξιοποιήσει για την παραγωγή των top τυροκοµικών προϊόντων που σας ανέφερα, καθώς εµείς µόνοι µας είναι δύσκολο να το κάνουµε. ∆εδοµένου όµως ότι έχει µεγάλη δυσκολία και η εισκόµισή του, ζήτησε να µελετήσει για να δει τα κόστη και κατά πόσο η αγορά είναι σε θέση να το απορροφήσει τέτοια προϊόντα, σε µια τιµή που θα κρατά ικανοποιηµένο και τον κτηνοτρόφο και περιµένουµε την απάντηση της. ∆εν ξέρω βέβαια αν θα προλάβουµε για φέτος, ίσως και να µπορέσουµε, αλλά πιστεύω πως το τοπίο θα ξεκαθαρίσει µέχρι το καλοκαίρι. Όπως και να έχει, πάντως, είµαστε ανοικτοί να µιλήσουµε και µε άλλους τυροκόµους εφόσον χρειαστεί», σηµειώνει ο ίδιος.