του Λεωνίδα Λιάμη
Πρώην τεχνίτης τζακιών, µε βαθιά γνώση στα µυστικά της τέχνης της πέτρας, κάτι που αναπόφευκτα έπαιξε ρόλο στα… βαφτίσια του τυριού της οικοτεχνίας, ο νεαρός κτηνοτρόφος µας εξηγεί πως «πρόκειται για µια συνταγή που εµπνεύστηκα και τελειοποίησα εγώ. Αποφάσισα να το ονοµάσω Αγκωνάρι γιατί είναι το τυρί που πραγµατικά αντιπροσωπεύει τον ακρογωνιαίο λίθο του τυροκοµείου µας».
Με την αποδοχή του καταναλωτικού κοινού να το έχει αναδείξει σε… βαρύ πυροβολικό της οικοτεχνίας, το «Αγκωνάρι» κυκλοφορεί, ήδη, σε διάφορες εκδοχές, όπως το κλασσικό, µε µπούκοβο και πιπέρι και το αλµυρό, τα οποία αναλόγως την εποχή, θα τα βρει κανείς σε ωρίµανση από 6 µήνες έως και 2,5 χρόνια παλαίωση. Η ετήσια παραγωγή πάντως δεν είναι πολύ µεγάλη και συνήθως κυµαίνεται στα 400-500 κεφάλια των 3 κιλών, έκαστο.
«Είναι ένα ιδιαίτερο τυρί, που µας έχει αναδείξει στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και δυνητικά σε όλο τον κόσµο, µέσω των τουριστών, από αγορές που γίνονται από το κατάστηµά µας στην Κατερίνη, ένας χώρος για προϊόντα delicatessen µε περίπου 3.000 κωδικούς παραγωγών από την Ελλάδα και τον κόσµο, από όπου πωλείται το 90% της παραγωγής µας», τονίζει ο κ. Γκούµας και συµπληρώνει πως εκτός από τα σκληρά τυριά, η γκάµα των προϊόντων της Φάρµας περιλαµβάνει λευκό τυρί, γίδινο τσαντίλας, αλλά και ξινοτύρι και γιαούρτι πρόβειο και γίδινο.
Διεύρυνση της προϊοντικής «παλέτας» με ένα σκληρό τυρί από 100% γίδινο γάλα
Η προϊοντική «παλέτα» σύντοµα θα διευρυνθεί µε ένα ακόµη σκληρό τυρί, αυτή τη φορά από 100% γίδινο γάλα. «Στο µυαλό είναι µια ιδέα που έχει, ήδη, ωριµάσει, αλλά ακόµη η παραγωγή µας είναι µικρή στο γίδινο γάλα, οπότε πιστεύω µέσα στο χειµώνα να έχουµε τα πρώτα δείγµατα», αναφέρει ο συνοµιλητής κι αποκαλύπτει πως «ναι, σίγουρα είναι ένα προϊόν που θα βγει από το τυροκοµείο µας µέσα στο 2023».
«Το να στήσω µια φάρµα µε ζώα ήταν το όνειρό µου. Ήταν ένας έρωτας που είχα από µικρό παιδί. Το 2012, µέσα στη βαθιά οικονοµική κρίση, η οικοδοµή δεν είχε δουλειά και αποφάσισα να δηµιουργήσω µια φάρµα µε πρόβατα. Η οικογένειά µου δεν είχε καµία σχέση µε ζώα. Ξεκίνησα µε 60 πρόβατα φυλής Λακόν, χωρίς να πιστεύει κανείς πως θα τα καταφέρω και κάποια στιγµή φτάσαµε στις 200 µάνες. Το κοπάδι το µεγάλωσα µόνος και σταδιακά το βελτίωνα. Από τη µέρα που ξεκινήσαµε έως και πριν 4-5 χρόνια ήµασταν µια από τις πιο αναγνωρισµένες κτηνοτροφικές µονάδες βάσει του γενετικού υλικού που παρείχαµε. ∆ίναµε και ακόµη δίνουµε σε όλη την Ελλάδα αρσενικά ζώα για τη βελτίωση των κοπαδιών», περιγράφει ο συνοµιλητής µας, τονίζοντας πως στα πρόβατα το στήσιµο της εκτροφής είναι γύρω στα 630 κιλά ανά ζώο και στα γίδια περίπου στα 800 κιλά, ανά γαλακτική περίοδο.
Στην αρχή για 5-6 χρόνια η εκµετάλλευση εµπορευόταν το γάλα που παρήγαγε και ήταν βιώσιµη. Ωστόσο, όταν η τιµή του γάλακτος έπεσε σε πολύ χαµηλά επίπεδα µη βιώσιµα, ο Αριστείδης Γκούµας αποφάσισε να πάει σε καθετοποίηση, αξιοποιώντας το θεσµικό πλαίσιο για τη δηµιουργία οικοτεχνιών. «Μείωσα το κοπάδι σε 120 πρόβατα και 50 γίδια, γιατί τα τελευταία τέσσερα χρόνια µεταποιούµε το γάλα που παράγουµε. Είµαστε η πρώτη οικοτεχνία στην Πιερία», επισηµαίνει ο ίδιος.
Ο ανήσυχος κτηνοτρόφος, ωστόσο, δεν σταµατά να οραµατίζεται µια ακόµη καλύτερη επόµενη ηµέρα για τη «Φάρµα Γκούµα». Το καλοκαίρι έκανε µια πρώτη απόπειρα η εκτροφή να γίνει επισκέψιµη.