Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η επιχείρηση θα ενισχύει την εισκόμιση γάλακτος από τους παραγωγούς κατά 25% σε σύγκριση με το 2021.
Φτάνει τους 105.000 τόνους αιγοπρόβειου ετησίως με επένδυση 20 εκατ. στο εργοστάσιο
Ο όμιλος παρέλαβε το 2020 79.000 τόνους αιγοπρόβειου γάλακτος, ποσότητα την οποία αύξησε κατά περίπου 7% εντός του 2021, καθώς παρέλαβε περίπου 84,5 χιλ. τόνους γάλακτος. Ταυτόχρονα, η πρόβλεψη της διοίκησης του ομίλου για το +25% εντός του 2022 συνδέεται άμεσα με την επένδυση ύψους περί τα 20 εκατ. ευρώ που υλοποιεί αυτή τη στιγμή η επιχείρηση στο εργοστάσιο παραγωγής των Τρικάλων, όπου προσθέτει δεύτερη γραμμή παραγωγής φέτας, κίνηση με την οποία σε πλήρη δυναμική φέρει την συνολική παραγωγή φέτας που θα ανέλθει σε 35.000 τόνους ετησίως. Η ολοκλήρωση της επένδυσης αναμένεται εντός του προσεχούς διμήνου. Με την επένδυση αυτή, η αύξηση της παραγωγής στη φέτα κατά τη διάρκεια της επόμενης χρονιάς θα κυμανθεί ανάμεσα στους 5.000 με 6.000 τόνους επιπλέον σε ετήσια βάση. Ταυτόχρονα η εισκόμιση του αιγοπρόβειου θα υπερβεί τους 100.000 τόνους εντός του 2022, φτάνοντας τους περίπου 105.000 τόνους.
Σημειώνεται ότι μέσα από τη συγκεκριμένη κίνηση ο όμιλος Ελληνικά Γαλακτοκομεία θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο τις συνεργασίες που το τελευταίο διάστημα έχει αναπτύξει, με την προσθήκη και άλλων κτηνοτρόφων από τους οποίους θα παίρνει αιγοπρόβειο γάλα στις περιοχές της Ηπείρου και της Δυτικής Ελλάδας.
Μ. Σαράντης: Η τελική κατανάλωση καθορίζει τις αυξημένες τιμές στο γάλα
Αναφερόμενος στην πορεία των τιμών του γάλακτος και στο το εάν και κατά πόσο θα διατηρηθούν στα ίδια υψηλά επίπεδα με τα φετινά και κατά την επόμενη χρονιά, ο Μιχάλης Σαράντης σχολιάζει ότι «οι αυξημένες τιμές που εμφανίζονται φέτος, προέρχονται από την αγορά. Είναι το αποτέλεσμα της τελικής κατανάλωσης και επομένως η αγορά είναι αυτή που θα τις καθορίσει και πάλι εντός του 2022».
Μία ακόμα κατηγορία προϊόντων που έχει θέσει στο παραγωγικό του στόχαστρο ο όμιλος και συνδέεται άρρηκτα με τον εγχώριο πρωτογενή τομέα είναι αυτός της παραγωγής φυτικών ροφημάτων και επιδορπίων, υπό την ετικέτα «Καρπός». Σε αυτόν τον τομέα ο όμιλος παραλαμβάνει επί του παρόντος 400 τόνους ελληνικού αμυγδάλου, αριθμός που σταδιακά αναμένεται επίσης να μεταβληθεί κινούμενος αυξητικά. Μάλιστα, στο πλάνο του είναι να ενισχύσει τη συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντος με τη μεταφορά της παραγωγής στο εργοστάσιο της Ροδόπης στην Ξάνθη, όπου από το 2022 και ύστερα θα είναι προσανατολισμένο αποκλειστικά στα φυτικά προϊόντα, με μία επένδυση της τάξεως των 7 εκατ. ευρώ. Στο πλαίσιο αυτής της επένδυσης η επιχείρηση πρόκειται να μεταφέρει την παραγωγή γάλακτος και τυροκομικών από τη Ροδόπη στα δύο εργοστάσια της Λάρισας και των Τρικάλων. Συνολικά η κατηγορία των φυτικών προϊόντων – εναλλακτικών των γαλακτοκομικών – θα αγγίζει φέτος σε αξία πωλήσεων τα 50 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα.
Στα 430 εκατ. ευρώ ο τζίρος της επιχείρησης εντός του 2021
Στη διάρκεια του 2020, οι πωλήσεις του ομίλου Ελληνικά Γαλακτοκομεία υπερέβησαν τα 400 εκατ. ευρώ, ανερχόμενες στα 405,455 εκατ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά τα καθαρά κέρδη μειώθηκαν κατά 7,8%, στα 17,203 εκατ. ευρώ, σε σχέση με την προηγούμενη οικονομική χρήση. Για το 2021 ο τζίρος της επιχείρησης αναμένεται ότι θα ανέλθει με βάση τις εκτιμήσεις της διοίκησης, στα 430 εκατ. ευρώ.