Σε άμεσα και πρακτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της ευλογιάς των αιγοπροβάτων προχωρά ο Περιφερειάρχης Θεσσαλίας, κ. Κουρέτας, όπως ανέφερε σε συνάντηση που είχε με εκπροσώπους του Κτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Τυρνάβου και του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Λάρισας και Περιχώρων, θέτοντας σε εφαρμογή ένα στοχευμένο προγράμματος για την ενίσχυση της βιοασφάλειας στις ζώνες προστασίας.
Το πρόγραμμα το οποίο θέτει σε ισχύ αφορά ένα μέτρο που κρίνεται αναγκαίο για τον περιορισμό της διασποράς της νόσου το οποίο περιλαμβάνει την απολύμανση των οχημάτων που εισέρχονται και εξέρχονται στις κύριες οδούς που διασχίζουν τις ζώνες προστασίας. Παράλληλα, θα ζητηθεί η συνδρομή του Δήμου Τυρνάβου για την πραγματοποίηση επιπλέον ψεκασμών με υδροφόρα καλύπτοντας ακτίνα 3 χιλιομέτρων γύρω από τις πληγείσες περιοχές.
Αν και οι ψεκασμοί δεν αποτελούν βασικό μέτρο ελέγχου της νόσου, ενισχύουν την μείωση της εξάπλωσης και προτείνεται η χρήση τους στα ποιμνιοστάσια. Ο συνήθης τρόπος μετάδοσης του ιού της ευλογιάς των αιγοπροβάτων γίνεται μέσω άμεσης επαφής μεταξύ μολυσμένων ζώων και δευτερευόντως μέσω εντόμων ή άλλων μηχανικών φορέων.
Κατά τη συνάντηση ο Περιφερειάρχης, κ. Κουρέτας, έκανε νέα έκκληση προς τους κτηνοτρόφους να τηρούν αυστηρά τους κανόνες βιοασφάλειας, επισημαίνοντας ότι «η μη τήρησή τους αποτελεί τον βασικότερο παράγοντα για την εξάπλωση της ευλογιάς».
Από την πλευρά τους, οι κτηνοτρόφοι εξέφρασαν την αγωνία τους για το μέλλον της κτηνοτροφίας, ζητώντας τη συνδρομή του Περιφερειάρχη ώστε να ασκηθούν πιέσεις προς την κυβέρνηση για τη λήψη πρόσθετων μέτρων, ιδιαίτερα σε ότι αφορά την εφαρμογή αυστηρών ελέγχων στα σύνορα.
Στη συνάντηση παρευρέθηκαν η Αντιπεριφερειάρχης Λάρισας, κ. Μαρία Γαλλιού, ο Θεματικός Αντιπεριφερειάρχης Αγροτικού Τομέα, κ. Δημήτρης Τσέτσιλας, καθώς και οι Διευθυντές Κτηνιατρικής και Αγροτικής Οικονομίας της Περιφέρειας Θεσσαλίας, κ. Θανάσης Κωνσταντινίδης και κ. Δημήτρης Σταυρίδης.
Με αφορμή τις συζητήσεις για την αντιμετώπιση της ευλογιάς των προβάτων στη Θεσσαλία, η Ομοσπονδία Κτηνοτρόφων Θεσσαλίας, σε ανακοίνωσή της, δηλώνει την ετοιμότητά της να στηρίξει κάθε ενέργεια που θα διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του κλάδου και την προστασία των κτηνοτρόφων, οι οποίοι βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της κρίσης, όπως οι περιοχές του Τυρνάβου και του Αμπελώνα, όπου οι απώλειες που έχουν προκληθεί είναι ανυπολόγιστες. Μάλιστα, επισημαίνει την ανάγκη για μια πλήρη, σύγχρονη αποτίμηση της κατάστασης και τη διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου στήριξης του κλάδου. Η αντιμετώπιση της κρίσης δεν μπορεί να περιοριστεί σε αποσπασματικά μέτρα, για αυτό και προτείνει:
- Άμεση αποζημίωση των κτηνοτρόφων με βάση την πραγματική ζημία που έχουν υποστεί, τόσο για τα ζώα που έχουν θανατωθεί όσο και για τις παράπλευρες απώλειες στην παραγωγή.
- Ορισμός διαφανούς χρονοδιαγράμματος ενεργειών από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με συνεχή ενημέρωση των κτηνοτρόφων για τα μέτρα που λαμβάνονται.
- Επικαιροποίηση της στρατηγικής διαχείρισης κρίσεων. Η αποκλειστική στρατηγική των θανατώσεων ζώων δεν μπορεί να αποτελεί τη μόνη απάντηση. Είναι απαραίτητο να εξεταστούν εναλλακτικές μέθοδοι διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης προληπτικών μέτρων, και της ενδυνάμωσης των κτηνιατρικών υπηρεσιών. Εάν είναι δυνατόν, να εκπονηθεί και να παρουσιαστεί ειδική μελέτη εμπειρογνωμόνων, η οποία θα εξετάζει σε βάθος όλα τα ζητήματα που άπτονται στρατηγικών αποφάσεων, όπως για παράδειγμα η επιλογή και εφαρμογή εμβολιασμών.