Πιο συγκεκριμένα η έκθεση «Agricultural Outlook 2025–2034», προβλέπει αύξηση 6% στην παγκόσμια κατά κεφαλήν κατανάλωση τροφίμων ζωικής προέλευσης έως το 2034. Αυτό περιλαμβάνει το βόειο κρέας, το χοιρινό κρέας, τα πουλερικά, τα ψάρια, τα γαλακτοκομικά και άλλα ζωικά προϊόντα. Η τάση αυτή είναι πιο έντονη στις χώρες με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα, όπου η κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί κατά 24%, ξεπερνώντας κατά πολύ τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Η αύξηση της κατανάλωσης σε χώρες μεσαίου εισοδήματος αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στις μεταβαλλόμενες διατροφικές προτιμήσεις και στην αστικοποίηση. Σε αυτές τις χώρες, η ημερήσια κατά κεφαλήν πρόσληψη τροφίμων ζωικής προέλευσης προβλέπεται να φθάσει τις 364 θερμίδες. Ταυτόχρονα, η κατανάλωση στις χώρες χαμηλού εισοδήματος θα παραμείνει χαμηλή, φτάνοντας μόλις τις 143 θερμίδες την ημέρα, – νούμερο λιγότερο από το μισό της ποσότητας που θεωρείται απαραίτητη για μια υγιεινή διατροφή-, υπογραμμίζοντας τις έντονες ανισότητες στην πρόσβαση σε διατροφή πλούσια σε θρεπτικά συστατικά και τις προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν για να εξασφαλιστεί η επισιτιστική ασφάλεια για όλους.
Για να καλυφθεί η αυξανόμενη ζήτηση, η παγκόσμια παραγωγή γεωργικών προϊόντων και αλιευμάτων προβλέπεται να αυξηθεί κατά 14% την επόμενη δεκαετία, κυρίως λόγω της αύξησης της παραγωγικότητας στις χώρες μεσαίου εισοδήματος. Η παραγωγή κρέατος, γαλακτοκομικών προϊόντων και αυγών αναμένεται να αυξηθεί κατά 17%.
Ωστόσο, αυτή η αύξηση αναμένεται να έχει περιβαλλοντικό κόστος: οι άμεσες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (ΑΘ) από τη γεωργία αναμένεται να αυξηθούν κατά 6% έως το 2034, παρά τη βελτίωση της έντασης των εκπομπών.
Καθώς η παραγωγή γίνεται πιο αποδοτική, οι εκπομπές που παράγονται ανά μονάδα παραγωγής θα μειωθούν, αλλά το συνολικό αποτύπωμα θα συνεχίσει να αυξάνεται, εκτός εάν ληφθούν πρόσθετα μέτρα.