Όταν ο Οδυσσέας μπήκε στη σπηλιά με τους άντρες του, οι Κύκλωπες μαγεύτηκαν αμέσως από αυτή τη πλούσια μυρωδιά του λευκού πρόβειου τυριού.
Η συμπαγής μορφή της φέτας την καθιστά πέρα από γευστική, διατηρητέα για πολύ χρονικό διάστημα. Δεδομένου ότι η Οδύσσεια γράφτηκε τον 8ο αιώνα π.Χ., η προέλευση της φέτας είναι αδιαμφισβήτητα ελληνική.
Οι αρχαίοι Έλληνες, αποκαλούσαν γενικά «τυρί» οποιοδήποτε προϊόν προερχόταν από την πήξη του γάλακτος.
Η φέτα πρωτίστως είχε αναφερθεί στη Βυζαντινή εποχή και την αποκαλούσαν «πρόσφατη» ως φρέσκια που ήταν.
Ο Πιέτρο Κασόλα, ένας Ιταλός ταξιδιώτης πρότεινε την παραγωγή και αποθήκευση της φέτας μέσα σε άλμη.
Ωστόσο, τον 17ο αιώνα οι Έλληνες ξεκίνησαν να χρησιμοποιούν το όνομα φέτα (δηλαδή κομμάτι), που ίσως αναφέρεται στην αποθήκευση της φέτας αλλά και το σερβίρισμα, σε κομμάτια.
Η ονομασία φέτα άρχισε να διευρύνεται τον 19ο αιώνα.
Η Ελλάδα το 1994 ζήτησε το καθεστώς «Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης» (ΠΟΠ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης για αυτόν τον εθνικό θησαυρό.
Αυτό προκάλεσε διαφωνίες σε άλλα ευρωπαϊκά έθνη, υποστηρίζοντας ότι η φέτα προήλθε από την ιταλική λέξη φέτα (κομμάτι) και ότι το προϊόν είναι ένας γενικός όρος για οποιοδήποτε πρόβειο τυρί που μπορεί να παραχθεί οπουδήποτε.
Έπειτα από χρόνια διαμάχη για την προέλευση της φέτας με άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Δανία και η Αγγλία, η Ελλάδα τελικά κατάφερε να νικήσει την ονομασία «φέτα» ΠΟΠ το 2005. Πλέον η φέτα δεν αναγνωρίζεται απλώς ως το απόλυτο ελληνικό τυρί αλλά παρατηρείται πως οι ρίζες της απλώνονται μέχρι την αρχαιότητα.