Η εν λόγω παραγωγή ήταν αυξημένη κατά 0,8 εκατομμυρίων τόνους σε σύγκριση με το 2022 και κατά 15,8 εκατομμυρίων τόνους σε σχέση με το 2013, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε την Δευτέρα 18 Νοεμβρίου η Eurostat.
Η συντριπτική πλειονότητα του νωπού γάλακτος που παρήχθη το 2023 παραδόθηκε σε γαλακτοκομεία (149,3 εκατομμύρια τόνοι) και χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή μιας σειράς νωπών και βιομηχανοποιημένων γαλακτοκομικών προϊόντων.
Το 2023, τα γαλακτοκομεία παρήγαγαν 22,0 εκατομμύρια τόνους πόσιμου γάλακτος και 7,8 εκατομμύρια τόνους οξινισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων (όπως το γιαούρτι).
Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος του γάλακτος χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή τυριού και βουτύρου. Συγκεκριμένα, 58,2 εκατομμύρια τόνοι πλήρους γάλακτος και 17,4 εκατομμύρια τόνοι αποβουτυρωμένου γάλακτος χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή 10,6 εκατομμυρίων τόνων τυριού. Άλλοι 45,4 εκατομμύρια τόνοι πλήρους γάλακτος χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή 2,3 εκατομμυρίων τόνων βουτύρου.
Η Γερμανία ήταν ο μεγαλύτερος παραγωγός γάλακτος κατανάλωσης στην ΕΕ, αντιπροσωπεύοντας το 19% της συνολικής παραγωγής. Ήταν επίσης ο κορυφαίος παραγωγός οξινισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων (27%), βουτύρου (20%) και τυριού (22%).
Η Ισπανία κατέλαβε τη δεύτερη θέση στην παραγωγή γάλακτος κατανάλωσης, με 15% του συνόλου της ΕΕ, ακολουθούμενη από τη Γαλλία (13%). Η Ολλανδία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός οξινισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων (17%), ακολουθούμενη από την Πολωνία (10%).
Η Γαλλία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος παραγωγός βουτύρου και τυριού (18% του συνόλου της ΕΕ για κάθε προϊόν). Η Ιρλανδία κατέλαβε την τρίτη θέση στην παραγωγή βουτύρου (13%), ενώ η Ιταλία ήταν τρίτη στην παραγωγή τυριού (13%).