Το περισσότερο γάλα σήμαινε και μεγαλύτερη χαρά για τον κτηνοτρόφο, αφού είχε και περισσότερη πρώτη ύλη να τυροκομήσει και στη συνέχεια να διαθέσει στην αγορά.
Ο νους των περισσότερων, πηγαίνεται κατευθείαν στην Φέτα. Η μαγιάτικη Φέτα, όπως μας εξηγεί ο Θεολόγος Ψωμάς, υπεύθυνος παραγωγής και συνέταιρος του τυροκομείου Θυμέλης στη Λέσβο, και ένα «μαρκετίστικο» κόλπο των κτηνοτρόφων, που καλλιεργούσαν την εντύπωση ότι το τυρί του Μαΐου ήταν καλύτερο, γιατί είχαν και μεγαλύτερη παραγωγή για να διαθέσουν.
Η φύση έρχεται να δώσει ένα «ατού» στη μαγιάτικη Φέτα. Άφθονα χορτάρια ξεπετάγονται με ορμή από τη φύση που τον Μάιο δεν τσιγκουνεύεται τη τροφή για τα ζωντανά. Και δεν πρόκειται για απλό και άοσμο γρασίδι. Άλλωστε τέτοιο υπάρχει άφθονο και στα βοσκοτόπια της κεντρικής Ευρώπης όπου η τεχνογνωσία και η μεθοδικότητα καλούνται να δώσουν γεύση στα γαλακτοκομικά.
Έτσι, η καλύτερη διάθεση των κτηνοτρόφων έρχεται να συναντήσει τον Μάιο και τις πιο ιδανικές καιρικές συνθήκες για τυροκόμηση. Μέσα στα αυτοσχέδια λιθόκτιστα που σήκωναν οι βοσκοί δίπλα από το σημείο που άρμεγαν τα ζώα, οι θερμοκρασίες τον Μάιο δεν ξεπερνούν ποτέ τους 20 με 22 βαθμούς Κελσίου, ενώ σπάνια πέφτουν κάτω από τους 15 βαθμούς την ημέρα. Αυτές οι θερμοκρασίες είναι ιδανικές για την ωρίμανση της Φέτας και πίσω σε εκείνα τα χρόνια, όταν δεν υπήρχαν ακόμα οι θάλαμοι, τα ψυγεία και ο κλιματισμός, τέτοιες συνθήκες καλούσαν σε μια επετειακή πλαισίωση της ανθρώπινης δραστηριότητας. Γι’ αυτό άλλωστε η τυροκομική περίοδος έκλεινε στις 30 Ιουνίου, ανήμερα των Αγίων Αποστόλων, αφού μετά έπιαναν οι ζέστες και το τυρί δύσκολα έπηζε, όπως λέει στον «Τυροκόμο» ο δρ. Πέτρος Ανδρουλάκης, κτηνίατρος και καλός γνώστης της τυροκόμισης και των προϊόντων της, που συνεργάζεται με πολλά τυροκομεία ως τεχνολόγος τροφίμων και υπεύθυνος ελέγχου.