Το 2024, η παραγωγή γάλακτος στη Γαλλία σταμάτησε σε μια ποσότητα λίγο κάτω από τα 23 δισεκατομμύρια λίτρα, σημειώνοντας αύξηση 1,3% σε σχέση με το 2023. Κατά τον οικονομικό διευθυντή της CNIEL, Jean-Marc Chaumet, «Έπειτα από μια περίοδο συνεχούς πτώσης μεταξύ 2020 και 2023, αυτή είναι η πρώτη φορά που παρατηρούμε αύξηση σε ετήσια βάση». Αυτή η ανάκαμψη αντικατοπτρίζεται άμεσα στην παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων.
Η Γαλλία το περασμένο έτος παρήγαγε κάτι λιγότερο από 1,77 εκατομμύρια τόνους τυριού από αγελαδινό γάλα, ήτοι σημειώνοντας αύξηση της τάξεως του 1,7% έναντι του 2023, καθώς και 353.500 τόνους βουτύρου.
«Η μικρή ανάκαμψη της παραγωγής ωφελεί τόσο την εγχώρια αγορά όσο και τις εξαγωγές. Το 2024, οι εξαγωγές γαλλικών γαλακτοκομικών προϊόντων αυξήθηκαν κατά 2,5% σε αξία αγγίζοντας τα 3,2 δισεκατομμύρια ευρώ», συμπλήρωσε ο Chaumet, επισημαίνοντας ότι οι αγορές γαλακτοκομικών προϊόντων διαθέτουν μια παγκόσμια δυναμική, καθοδηγούμενες κυρίως από τις εξαγωγικές ζώνες στο νότιο ημισφαίριο.
Ωστόσο, στις ΗΠΑ, η παραγωγή γάλακτος βρίσκεται υπό σοβαρή πίεση λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο κλάδος της κτηνοτροφίας με τη γρίπη των πτηνών στα βοοειδή. Σχετικά με τις ζωονόσους ο Chaumet τόνισε ότι και στη γαλλική επικράτεια παρατηρήθηκε μια μικρή πτώση της παραγωγής γαλακτοκομικών στα τέλη του 2024 λόγω των επιπτώσεων των συνεχιζόμενων επιδημιών, όπως π καταρροϊκός πυρετός.
Τα αποτελέσματα της πιο πρόσφατης μελέτης «κοινωνικού βαρόμετρου» που διεξήγαγε η CNIEL με τη συμμετοχή 850 γαλακτοπαραγωγών της χώρας δίνουν επίσης λόγους αισιοδοξίας. Από τους συμμετέχοντες στην έρευνα, το 55,5% περιγράφει την κατάσταση ως εξαιρετική, νούμερο ελάχιστα μικρότερο από το 56,9% του 2023, όπως επεσήμανε ο οικονομικός διευθυντής της CNIEL,Benoît Rouyer.
Από την άλλη πλευρά, πρωταρχικός προβληματισμός των Γάλλων παραγωγών είναι τα κόστη εργασιών και την ένταση των εργασιών τους. Εντούτοις, το 59% πιστεύει ότι η γαλακτοπαραγωγική τους εκμετάλλευση προσφέρει θετικές προοπτικές για το μέλλον, μια μεγάλη βελτίωση σε σχέση με το 41% που διέθετε την ίδια αισιόδοξη αντίληψη προ πενταετίας.
Η CNIEL παρατηρεί επίσης μια ενθαρρυντική τάση στη γαλλική καταναλωτική αγορά. Πέρυσι, η κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων αυξήθηκε κατά 0,8% σε όγκο, παρά τον συνεχιζόμενο πληθωρισμό και την κρίση στο κόστος ζωής των τελευταίων ετών, οι Γάλλοι καταναλωτές δεν έχουν χάσει την όρεξή τους για γαλακτοκομικά προϊόντα.
Οι Γάλλοι παραγωγοί γαλακτοκομικών προϊόντων παρατηρούν επίσης ότι οι καταναλωτές έχουν περιορίσει την αγορά των φθηνότερων εγχώριων επωνυμιών από τα σούπερ μάρκετ, μια τάση που εμφανίστηκε έντονα μετά την πανδημία, και δείχνουν την προτίμηση τους προς τις μεγαλύτερες επωνυμίες γαλακτοκομικών προϊόντων αν και είναι ελαφρώς ακριβότερα.
«Είναι στο χέρι μας μαζί με ολόκληρη τη γαλακτοβιομηχανία να αξιοποιήσουμε αυτά τα ενθαρρυντικά σημάδια», δήλωσε ο πρόεδρος της CNIEL Pascal le Brun. «Πρώτη δουλειά: να προσελκύσουμε περισσότερους νέους αγρότες στον τομέα, ώστε η παραγωγή να συμβαδίζει με τη ζήτηση, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Εδώ, ο γαλακτοκομικός τομέας, όπως και ολόκληρος ο αγροτικός κόσμος στη Γαλλία, μπορεί να επωφεληθεί από έναν πρόσφατα εγκεκριμένο νέο εθνικό νόμο για τη γεωργία, ο οποίος προσφέρει, μεταξύ πολλών άλλων, εκτεταμένη στήριξη για τους νεοεισερχόμενους στον αγροτικό τομέα».