Του Γιάννη Πανάγου
Το θέµα αφορά πρωτίστως το πρόβειο και γίδινο γάλα και κατ’ επέκταση των προγραµµατισµό των τυροκοµικών µονάδων για την παραγωγή φέτας και λοιπών τυροκοµικών προϊόντων κατά τη νέα γαλακτοκοµική περιόδο.
Καλό θα ήταν οι συζητήσεις αυτές να έχουν αρχίσει από νωρίς, να είναι οργανωµένες και να υπακούν σε έναν κοινό παρονοµαστή που περιλαµβάνει τη βιωσιµότητα των κτηνοτροφικών µονάδων, τη διαφύλαξη της καταναλωτικής ζήτησης για τη φέτα και την περιφρούρηση της συνταγής ΠΟΠ, όπως αυτή έχει κατοχυρωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Θα ήλπιζε κανείς ότι µετά τη συγκρότηση της Εθνικής ∆ιεπαγγελµατικής Οργάνωσης για τη φέτα, αυτή η πρωτοβουλία θα ανήκε στη ∆ιεπαγγελµατική. Για λόγους που δεν έχουν διευκρινισθεί, η µέχρι τώρα λειτουργία της εν λόγω Οργάνωσης παραµένει υποτονική. Με πιο απλά λόγια, είναι σαν να µην έγινε ποτέ.
Έτσι, νοµοτελειακά, η ευθύνη για την «επίβλεψη» αυτών των συζητήσεων, τουλάχιστον όσον αφορά στην πλευρά των κτηνοτρόφων, περνάει στα χαµηλότερα επίπεδα οργάνωσης. Κι αυτό γιατί, ως γνωστόν, έξω από το µαντρί σε τρώει ο λύκος.
∆εν είναι βέβαια το ίδιο. Εδώ, κάποιες από τις αναγνωρίσιµες οργανώσεις παραγωγών, κυρίως συνεταιριστικές, επιχειρούν να διαµορφώσουν µια «γραµµή άµυνας», η οποία να διευκολύνει τις περαιτέρω, ακόµα και εξατοµικευµένες συζητήσεις και να µην χάνεται παντελώς ο προσανατολισµός γύρω από το συγκεκριµένο θέµα.
Με βάση τις πληροφορίες που υπάρχουν, µια πρώτη συνάντηση αυτής της µορφής αναµένεται να γίνει τις επόµενες µέρες στη Θεσσαλονίκη. Εκεί, εκτός από τους εκπροσώπους κάποιων συνεταιρισµών αιγοπροβατοτρόφων και κάποιους µεγάλους ενδεχοµένως παραγωγούς γάλακτος, είναι πολύ πιθανό να προσέλθουν τελικά και εκπρόσωποι της µεταποίησης, δηλαδή κάποιοι δραστήριοι τυροκόµοι.
Οι τελευταίοι και ιδιαίτερα όσοι εξ αυτών δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στην παραγωγή φέτας, έχουν κάθε λόγο να έρθουν πιο κοντά µε τους κτηνοτρόφους, καθώς η ύπαρξή τους είναι άµεσα συνδεδεµένη µε τη διαθεσιµότητα της πρώτης ύλης, δηλαδή του πρόβειου για γίδινου γάλακτος. Είναι αυτοί που βλέπουν από κοντά τις δυσκολίες που αντιµετωπίζει η εγχώρια κτηνοτροφία και που ξέρουν πως αν το γάλα δεν πληρωθεί, σε λίγο καιρό δεν θα υπάρχει. Την ίδια στιγµή, είναι οι ίδιοι που έχουν κάθε λόγο, ενδεχοµένως και το περιθώριο, να δώσουν κάτι παραπάνω, ώστε να διασφαλίσουν τη συνεργασία τους µε τους παραγωγούς του κλάδου.
Μια πρώτη ανάγνωση των συνθηκών στη συγκεκριµένη ζώνη γάλακτος, πάντως, δίνει την εντύπωση ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις ώστε οι τιµές παραγωγού να κινηθούν γύρω από τα επίπεδα της περασµένης χρονιάς. Μένει να το δούµε.