Η ζήτηση από τη βιομηχανία γάλακτος μόνο συγκαλυμμένη δεν είναι, με το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων του κλάδου να κινητοποιεί σε συναντήσεις με μεγάλους παραγωγούς και επικεφαλής συλλογικών σχημάτων ώστε να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις γύρω από την τιμή που θα πληρωθεί το πρόβειο και το γίδινο γάλα την επόμενη περίοδο. Αν κάτι είναι βέβαιο και αποδεκτό και από τις δύο πλευρές, είναι ότι τα δεδομένα της παραγωγής φέτος είναι πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι.
Οι διεκδικήσεις των παραγωγών βλέπουν και υψηλότερα ποσά και μένει πλέον να φανεί κατά πόσο η βιομηχανία μπορεί να ακολουθήσει στο κλίμα που επιχειρείται το τελευταίο διάστημα να διαμορφωθεί. Άλλωστε, αυτό που διακυβεύεται φέτος είναι η συντήρηση του ζωικού κεφαλαίου της χώρας σε κρίσιμους πληθυσμούς και δεν αποκλείεται η αγορά να βάλει πλάτες προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο συρρίκνωσης του κοπαδιού που συνεπάγεται μείωση της διαθέσιμης πρώτης ύλης για τις βιομηχανίες.
Ήδη οι περσινές συμφωνίες, σε αρκετές περιπτώσεις, αναπροσαρμόστηκαν προς τα πάνω, αφού τα 1,20 το κιλό που έγραψαν οι διαπραγματεύσεις του περασμένου καλοκαιριού στο πρόβειο, αποδείχθηκαν λίγα, ειδικά μετά τις ισχυρές ανατιμήσεις που έγραψαν οι αγορές ζωοτροφών από τον Φεβρουάριο του 2022 και μετά, αλλά και το κόστος του ρεύματος που όλους τους προηγούμενους μήνες εκτροχίασε τα οικονομικά δεδομένα των κτηνοτροφικών μονάδων.
Τις τελευταίες εβδομάδες, η αγορά έχει διαμορφώσει τα 1,45 ευρώ το κιλό για το καλοκαιρινό πρόβειο, τιμή την οποία πληρώνει μεγάλη μονάδα στη Μαγνησία, η οποία παράλληλα προσφέρει έως 0,87 με 0,90 ευρώ για το γίδινο γάλα, σύμφωνα με πληροφορίες από άνθρωπο με καλή εικόνα της εγχώριας αγοράς γάλακτος.
Σημαντική μερίδα του κτηνοτροφικού κόσμου αξιολογεί το ποσό αυτό αλλά και τη ζώνη του 1,50 ευρώ που ακουγόταν πριν από δυο μήνες ως σημείο αναφοράς για τη νέα περίοδο, μικρό συγκριτικά με τις ανατιμήσεις που έχει κληθεί να καλύψει όλο το προηγούμενο διάστημα και ειδικά σε μια περίοδο κατά την οποία σύμφωνα με τα όσα ακούγονται στην πιάτσα, αρκετά ζώα οδηγούνται στο σφαγείο και αδύναμες μονάδες κλείνουν. Σε αυτήν την περίοδο, οι κτηνοτροφικές μονάδες εφοδιάζονται ζωοτροφές με το τριφύλλι στα 32 λεπτά το κιλό, το καλαμπόκι στα 41 με 42 λεπτά, το συμπύκνωμα στα 52 λεπτά, το κριθάρι στα 35 με 37 λεπτά και τη σόγια στα 62 λεπτά, επίπεδα σαφώς υψηλότερα από τα αντίστοιχα περσινά και κοντά στις τιμές με τις οποίες γινόταν ο συμπληρωματικός εφοδιασμός των οργανωμένων μονάδων κατά τους χειμερινούς και ανοιξιάτικους μήνες.
Από την άλλη, η τιμή χονδρικής της Φέτας έχει αγγίξει τα 7,30 ευρώ το κιλό, με τις εξαγωγές να μην «κλωτσάνε» προς το παρόν έπειτα από την ενίσχυση που μπορεί να φτάνει και το 1 ευρώ το κιλό συγκριτικά με τα επίπεδα που διαμόρφωνε πέρυσι η ελληνική αγορά.
Σε αυτό το πλαίσιο, ακούγονται και φωνές που θέλουν την τιμή για το πρόβειο γάλα να σπάει και το φράγμα των 1,65 ευρώ. Προς την κατεύθυνση αυτή κινήθηκε και άτυπη σύσκεψη 32 εκπροσώπων συνεταιριστικών σχημάτων προ ολίγων ημερών στη Λάρισα όπου εμμέσως πλην σαφώς τέθηκε ο στόχος για μια τιμή πάνω από τα 1,70 ευρώ αφού οι συμμετέχοντες σε αυτήν υπολόγισαν τα 1,60 με 1,65 ευρώ ως το μεσοσταθμικό κόστος για την παραγωγή ενός κιλού γάλακτος. Για τις ζυμώσεις της συνάντησης αυτής, μίλησε στην Agrenda o πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Αγελαδοτρόφων και Προβατοτρόφων Δυτικής Θεσσαλίας, Γιώργος Βαϊόπουλος, ο οποίος παρουσίασε και τον στόχο διαμόρφωσης μιας μεγάλης ομάδας που θα εκπροσωπεί σημαντική μερίδα των συνεταιρισμών της χώρας στις διαπραγματεύσεις με τις βιομηχανίες. Μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για τις διεκδικήσεις των κτηνοτρόφων θα προκύψει από συνάντηση προγραμματισμένη στις 5 Ιουλίου, στην οποία ίσως φανεί και πόσο ρεαλιστικός είναι ο στόχος συνασπισμού των μεγάλων κτηνοτροφικών οργανώσεων της χώρας στη βάση που συζητήθηκε την περασμένη εβδομάδα στη Λάρισα.