Connect with us

Αναζήτηση

REPORTS

Η τιμή στο πρόβειο γάλα κάνει καλό και στην οικονομία

Η ανοδική κίνηση την οποία ακολούθησαν την τελευταία διετία οι τιμές παραγωγού στο πρόβειο και γίδινο γάλα, αποδεικνύεται ποικιλοτρόπως επωφελής για όλο το φάσμα της αλυσίδας αξίας.

Του Γιάννη Πανάγου

Η άνοδος αυτή απηχεί πρωτίστως το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Αποτελεί άλλωστε κοινό μυστικό ότι το πρόβειο γάλα που παράγεται στη χώρα μας δεν επαρκεί για να καλύψει την παρασκευή Φέτας (είναι ΠΟΠ γίνεται μόνο από ντόπιο γάλα) που ζητάει και δύναται να απορροφήσει η αγορά (εγχώρια και κυρίως διεθνής). Η εμπειρία των τελευταίων ετών διδάσκει ότι η αγορά, όχι μόνο έχει τη διάθεση αλλά είναι και σε θέση να πληρώσει μια υψηλότερη τιμή για τη Φέτα, αρκεί να ξέρει πως είναι Φέτα, πως είναι ελληνική και τηρεί με ευλάβεια την προβλεπόμενη συνταγή.

Μια προσεκτική μελέτη στα οικονομικά αποτελέσματα των συντελεστών του κλάδου και όχι μόνο των τυροκομικών μονάδων και της γαλακτοβιομηχανίας, δείχνει ότι σχεδόν όλοι οι εμπλεκόμενοι στην αλυσίδα αξίας είχαν όφελος από την πορεία που ακολούθησαν οι τιμές.

Πριν από τους κτηνοτρόφους που είδαν την τιμή του πρόβειου γάλακτος να εκτοξεύεται μέχρι και 1,8 ευρώ το κιλό, οι καλλιεργητές ζωοτροφών γνώρισαν για πρώτη φορά επίπεδα τιμών που να δίνουν νόημα στη δραστηριότητά τους. Όταν π.χ. το κριθάρι έφευγε από τα χέρια του παραγωγού μέχρι και 35 λεπτά το κιλό. Ακολούθως, δεν βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, αντίθετα διεύρυναν την παρουσία τους σε κρίσιμες αγορές διεθνώς, οι τυροκομικές επιχειρήσεις και κύρια οι μονάδες με εξαγωγικό προσανατολισμό, τα οικονομικά αποτελέσματα των οποίων δικαίωσαν, όπως όλα δείχνουν, την επιλογή τους να… πληρώσουν το πρόβειο γάλα. Η ανησυχία που εξέφραζαν πολλοί εκ των συντελεστών του κλάδου για το ενδεχόμενο να αυξηθούν τα αποθέματα και να επέλθει οικονομική κατάρρευση επιχειρήσεων και τιμών αποδείχθηκε αβάσιμη. Αντί αυτού, σήμερα, πολλές επιχειρήσεις ξεδιπλώνουν πολύ σημαντικά και πολυδάπανα επενδυτικά προγράμματα. Προφανώς κάτι βλέπουν.

Σε ορατό χρόνο, όλοι κερδισμένοι

Οι ισολογισμοί του 2022, που βλέπουν αυτό τον καιρό τη δημοσιότητα, δείχνουν εκπληκτικές επιδόσεις και για τις αλυσίδες λιανικής. Αυτό σημαίνει ότι και τα super markets μόνο να κερδίσουν είχαν από την καλή τιμή της Φέτας. Και σ’ αυτό το σημείο, οι αγωνίες που εκφράζονταν με δηλώσεις και δημοσιεύματα στον αστικό Τύπο (όνομα και μη χωριό) μάλλον θα πρέπει να… ξαναδιαβαστούν.

Τα λέμε όλα αυτά γιατί ακούγεται αυτές τις μέρες μια «μουρμούρα» από τους παραλήπτες του πρόβειου (και αίγειου) γάλακτος, προφανώς εν όψει των συμφωνιών για τη νέα γαλακτοκομική περίοδο. Από τη μια επικαλούνται τη «γκρίνια» των αλυσίδων λιανικής κι από την άλλη, ειδικά τώρα που τελειώνουν τ’ αλώνια, βλέπουν το «περιθώριο» που αφήνουν στους κτηνοτρόφους οι νέες τιμές των ζωοτροφών. Δηλαδή, μη χαθεί μέρα. Μην τύχει και μείνει κάτι στην τσέπη του κτηνοτρόφου. Μην πλουτίσουν ξαφνικά και γίνουν… βιομήχανοι.

Η μέχρι στιγμής αξιολόγηση της κατάστασης δείχνει ότι… ο Γιάννης φοβάται το θεριό και το θεριό το Γιάννη. Το γάλα είναι λιγότερο, κανείς δεν θέλει να χάσει προμηθευτές, δηλαδή κτηνοτρόφους, αλλά και κανείς δεν θέλει να πληρώσει αυτό που κατέβαλε ως κόστος για την πρώτη ύλη την περασμένη χρονιά. Με δεδομένο ότι το γάλα είναι λιγότερο, πολλά θα κριθούν στη «διαφύλαξη» των συνόρων από εισαγωγές που θα μπορούσαν να γίνουν… Φέτα. Αν αυτό διασφαλιστεί, τότε είναι βέβαιο ότι οι τιμές παραγωγού και κατά τη νέα γαλακτοκομική περίοδο 2023-2024, θα μπορούσαν, να μην απέχουν πολύ από τα σημερινά επίπεδα. Μια τέτοια εξέλιξη, θα μπορούσε να αποδειχθεί μεσοπρόθεσμα επωφελής και για

τη μεταποιητική βιομηχανία. Η κάπως καλύτερη κερδοφορία των κτηνοτροφικών μονάδων θα μπορούσε να οδηγήσει ξανά σε επενδύσεις, σε αύξηση του ζωικού κεφαλαίου και σε αύξηση της ποιότητας της παραγωγής.

Με 10.000 φάρμες εκτός παραγωγής, δύσκολο να μειωθεί η τιμή στο γάλα

Για τρίτη κατά σειρά χρονιά διατηρείται ζωηρός ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις τυροκομικές μονάδες και ειδικά σ’ εκείνες που έχουν ως κύριο αντικείμενο την παραγωγή Φέτας. Τα αποθέματα παραμένουν ελάχιστα, η ζήτηση διατηρείται ισχυρή και η παραγωγή γάλακτος βαίνει συνεχώς μειούμενη. Περισσότερες από 10.000 φάρμες προβάτων και αιγών, με περισσότερα από 500.000 κεφάλια ζωικό κεφάλαιο αυτής της κατηγορίας, έχουν λείψει από τον συγκεκριμένο κλάδο την τελευταία τριετία. Αυτό κάνει την εξεύρεση πρώτης ύλης ακόμα πιο δύσκολη, την ώρα που αρκετές νέες μονάδες παρασκευής τυροκομικών και ειδικότερα φέτας, έχουν κάνει την εμφάνισή τους, ιδίως σε ορεινές περιοχές.

Προς το παρόν φαίνεται να επιτυγχάνεται μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στους συντελεστές της συγκεκριμένης αγοράς, ωστόσο οι πιέσεις που ασκούνται τον τελευταίο καιρό, κυρίως από την πλευρά των τυροκομικών επιχειρήσεων, είναι μεγάλες και τα διλήμματα με τα οποία θα βρεθεί αντιμέτωπος τις επόμενες μέρες ο νέος υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Λευτέρης Αυγενάκης, είναι πολλά.

Αν δεν δοθεί η δέουσα προσοχή στις αντίρροπες δυνάμεις που αναπτύσσονται αυτόν τον καιρό, υπάρχει ο κίνδυνος, η ίδια κυβερνώσα παράταξη, να ανατρέψει το ιδιαίτερα καλό κλίμα που είχε διαμορφώσει με τις επιλογές του ο Μάκης Βορίδης (πρώτος υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης στην προηγούμενη κυβερνητική θητεία της ΝΔ) και η νέα περίοδος διακυβέρνησης να ξεκινήσει με… γκολ από τα αποδυτήρια.

Τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ πάντως έρχονται να αναδείξουν με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο την οριακή οικονομική συνθήκη στην οποία βρίσκονται χιλιάδες Έλληνες κτηνοτρόφοι, καθώς και τους κινδύνους που προοιωνίζονται για το σύνολο της αλυσίδας αξίας τα επόμενα χρόνια, ειδικά στην περίπτωση που η ζώνη γάλακτος πέσει στην παγίδα μιας κοντόφθαλμης διόρθωσης των τιμών. Όπως ήδη αναφέρθηκε, μόνο την τελευταία τριετία και ειδικότερα τις χρονιές 2020, 2021 και 2022, έχει μπει λουκέτο σε 10.688 αιγοπροβατοτροφικές μονάδες σε όλη τη χώρα. Παράλληλα μεταξύ άλλων τα στοιχεία έδειξαν:

■ Ο αριθμός των προβάτων μειώθηκε κατά 4,1% το 2022 σε σχέση με το 2021 και κατά 0,4% το 2021 σε σχέση με το 2020. Επίσης μείωση παρατηρείται στον αριθμό των εκμεταλλεύσεων που εκτρέφουν πρόβατα κατά 2,6% το 2022 σε σχέση με το 2021 και κατά 7,8% το 2021 σε σχέση με το 2020. Ο αριθμός των προβάτων ανά εκμετάλλευση μειώθηκε κατά 1,5% το 2022 σε σχέση με το 2021 έναντι αύξησης κατά 8,0% το 2021 σε σχέση με το 2020.

■  Ο αριθμός των αιγών μειώθηκε κατά 5,6% το 2022 σε σχέση με το 2021 και κατά 0,4% το 2021 σε σχέση με το 2020. Μείωση παρατηρείται και στον αριθμό των εκμεταλλεύσεων που εκτρέφουν αίγες κατά 3,9% το 2022 σε σχέση με το 2021 και κατά 9,8% το 2021 σε σχέση με το 2020. Ο αριθμός των αιγών ανά εκμετάλλευση μειώθηκε κατά 1,7% το 2022 σε σχέση με το 2021 έναντι αύξησης κατά 10,4% το 2021 σε σχέση με το 2020.

Σχετικά Άρθρα

REPORTS

Επιστολή στους 13 Περιφερειάρχες της χώρας, με την οποία τους ζητεί να δηλώσουν αν προτίθενται ή όχι να αναλάβουν τη διαδικασία εκπόνησης των διαχειριστικών...

REPORTS

Ο FDA και το CDC στις ΗΠΑ, σε συνεργασία με κρατικούς και τοπικούς εταίρους, διερευνούν τα αίτια πίσω από το πολυετές, πολυπολιτειακό ξέσπασμα λοιμώξεων...

REPORTS

Κοντά στην εξαγορά της γαλακτοβιοµηχανίας Κολιός βρίσκεται σύµφωνα µε πληροφορίες από πηγές της αγοράς η γαλλική πολυεθνική γαλακτοβιοµηχανία, Lactalis. Οι δύο πλευρές βρίσκονται σε...

REPORTS

H πίστη στην εθνική τυροκομική παράδοση οδηγεί μεγάλους ομίλους και συνεταιρισμούς στην Ιταλία σε συμπράξεις στρατηγικού χαρακτήρα, με στόχο την περαιτέρω διείσδυση σκληρών τυριών,...

Διαβάστε επίσης

REPORTS

Όσο περισσότερο εμβαθύνει κανείς σε ένα πεδίο δραστηριότητας, τόσο και ανακαλύπτει πράγματα.

Χωρίς κατηγορία

Τα περισσότερα τυριά παρά το γεγονός ότι είναι εύγευστα ευθύνονται για αύξηση της χοληστερόλης καθώς και πολλές θερμίδες. Υπάρχουν όμως εξαιρέσεις για τη νόστιμη...

REPORTS

Στόχος η επισκεψιμότητα της φάρμας και του τυροκομείου κοντά στο Ρέθυμνο, με mentoring Νέα Γεωργία -Νέα Γενιά.

REPORTS

Στην περίπτωση των δύο παραγωγών, Θωµά και Χρήστου Μόσχου, η οικογενειακή παράδοση φαίνεται ότι αποτέλεσε έναν από τους κύριους λόγους που τους οδήγησαν στην...